8 ΜΑΡΤΗ – ΗΜΕΡΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑ Διεθνιστική και ταξική αλληλεγγύη στους αγώνες των γυναικών Ενάντια στην πατριαρχία, το κράτος και τον καπιταλισμό | Οµάδα ενάντια στην πατριαρχία Αναρχική Πολιτική Οργάνωση (Οµοσπονδία Συλλογικοτήτων)

Το πρώτο κείµενο, µαζί µε αντίστοιχα µηνύµατα διεθνιστικής αλληλεγγύης από συντρόφισσες από αναρχικές οµάδες και οργανώσεις (Αναρχική Οµοσπονδία-Λονδίνο, Grupo Libertario Via Libre-Κολοµβία, Alternativa Libertaria-Ιταλία, Red Dawns-Σλοβενία, La Alzada-Χιλή και Sunbirds-Νέα Υόρκη), συµπεριλαµβάνεται στο 37ο τεύχος της αναρχικής εφηµερίδας Meydan, η οποία σήµερα αντιµετωπίζει διώξεις από το τουρκικό κράτος. Το τεύχος είναι αφιερωµένο στην 8η Μάρτη και, όπως κάθε χρόνο, εκδίδεται από τις Anarşist Kadınlar (Αναρχικές Γυναίκες). Το δεύτερο κείµενο µάς στάλθηκε από τις συντρόφισσες από την Τουρκία, για να δηµοσιευθεί στην Ελλάδα ενόψει της 8ης Μάρτη.

Μήνυµα αλληλεγγύης στις γυναίκες που αγωνίζονται σε όλο τον κόσµο

Η πατριαρχία αποτελεί ένα από τα θεµέλια του κόσµου της εξουσίας και βασικό στοιχείο κοινωνικής αναπαραγωγής του. Οι σύγχρονες εκδηλώσεις της – όπως η έξαρση της έµφυλης βίας και της εκµετάλλευσης στους χώρους δουλειάς, το trafficking και οι συνθήκες που υφίστανται οι γυναίκες πρόσφυγες στο ταξίδι του ξεριζωµού και µε τον εγκλεισµό τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης– εντείνονται όσο εντείνεται η συστηµική κρίση, η επίθεση των κυρίαρχων και την προσπάθεια εκφασισµού της κοινωνίας.

Ως γυναίκες, πέρα από την εκµετάλλευση και την καταπίεση που επιβάλλεται συνολικά στους από κάτω, βιώνουµε την καταπίεση και στο πεδίο των έµφυλων διαχωρισµών, ως µια ακόµη µορφή καταπίεσης που απορρέει από τη δοµή του κυρίαρχου συστήµατος. Από αυτή την άποψη, ο αγώνας των γυναικών για την απελευθέρωσή τους από τα δεσµά της πατριαρχίας είναι αναπόσπαστο κοµµάτι του αγώνα για το γκρέµισµα της κρατικής και καπιταλιστικής επιβολής.

Ως αναρχικές, προτάσσουµε ότι η απελευθέρωση των καταπιεσµένων θα είναι έργο δικό τους και όχι µιας πεφωτισµένης πρωτοπορίας που θα δρα εν ονόµατί τους. Γνωρίζουµε καλά πως η ελευθερία ούτε παραχωρείται ούτε χαρίζεται, αλλά ορίζεται και κατακτιέται µέσα από τους ίδιους τους αγώνες.

Πίσω από τους βολικούς για την κυριαρχία µύθους, που διαστρεβλώνουν την υπόθεση της γυναικείας χειραφέτησης παρουσιάζοντάς την ως αίτηµα “ισότητας” στη διαχείριση της εξουσίας, κρύβεται η ιστορία αιµατηρών µαχητικών γυναικείων αγώνων, από τις απεργίες στις οποίες πρωτοστάτησαν µετανάστριες ράφτρες στις ΗΠΑ στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αι., απ’ όπου αντλεί τις ρίζες της η 8 Μάρτη, ως τις Mujeres Libres, χαράσσοντας µια διαδροµή ως το σήµερα.

Χαιρετίζουµε λοιπόν τους αγώνες των γυναικών σε όλη τη γη: από την Τσιάπας ως τη Ροτζάβα και από την Τουρκία έως τις ΗΠΑ. Ως αναρχικές στεκόµαστε µαζί µε τα λόγια και τις δράσεις των αγωνιζόµενων γυναικών, που συναντιούνται σε µια υψωµένη γροθιά κι ένα βλέµµα αλληλεγγύης, το οποίο οπλίζει την αποφασιστικότητά µας να καταστρέψουµε κάθε µορφή καταπίεσης ανθρώπου από άνθρωπο, για να οικοδοµήσουµε µαζί έναν κόσµο ισότητας, αλληλεγγύης και ελευθερίας.

Οµάδα ενάντια στην πατριαρχία

Αναρχική Πολιτική Οργάνωση (Οµοσπονδία Συλλογικοτήτων)

Μήνυµα αλληλεγγύης των Αναρχικών Γυναικών από την Τουρκία

Είµαστε οι γυναίκες, είµαστε εκείνες που ζούµε, από τη γέννηση έως το θάνατο, αγνοηµένες, παραµεληµένες και υποταγµένες λόγω του φύλου µας, όπου και αν βρισκόµαστε. Με όπλο µας την αλληλεγγύη, πρέπει να σταθούµε ως γυναίκες απέναντι στην πατριαρχία.

Είµαστε εκείνες που εκτίθενται στην παρενόχληση, τους βιασµούς, τη βία των ανδρών κάθε τάξης και κάθε κουλτούρας. Είµαστε εκείνες που τους κλέβουν τη ζωή. Πρέπει να είµαστε οργανωµένες για να επιβιώσουµε.

Είµαστε εκείνες που καταπιεζόµαστε, µέσα στο καθεστώς έκτακτης ανάγκης, στον ίδιο µας τον τόπο από τις συντηρητικές πολιτικές του κράτους. Είµαστε εκείνες που φυλακίζονται, που βασανίζονται και αιχµαλωτίζονται. Πρέπει να αντισταθούµε σε κάθε τέτοια συνθήκη.

Πρέπει να αγωνιστούµε ενάντια στην καταπίεση, τις επιθέσεις και τις σφαγές! Πρέπει να βγούµε στους δρόµους και να δηµιουργήσουµε την ελευθερία!

Πρέπει να δηµιουργήσουµε την ελευθερία µε τη δική µας θέληση, µε τις δικές µας δυνάµεις, µε την αυτοοργάνωσή µας. Την 8η Μάρτη πρέπει να βρεθούµε στους δρόµους σε όλο τον κόσµο. Πρέπει να φωνάξουµε το σύνθηµα “Ζήτω η γυναικεία αλληλεγγύη”.

Ζήτω η 8η Μάρτη, ζήτω η ελευθερία!

Anarşist Kadınlar

 

Στιγµιότυπα από γυναικείους εργατικούς αγώνες στις αρχές του 20ου αιώνα στις ΗΠΑ

Οι ρίζες της 8ης Μάρτη, ηµέρας που προτάθηκε το 1910 για να τιµηθούν οι γυναικείοι αγώνες, χάνονται βαθιά µέσα στο χρόνο. Σύµφωνα µε µία εκδοχή, στις 8 Μάρτη 1857 υπήρξε απεργία εργατριών ιµατισµού στη Νέα Υόρκη. Άλλες πηγές τοποθετούν τις απαρχές της «Ηµέρας της Γυναίκας» σε µια διαδήλωση απεργών το 1908 στην ίδια πόλη, ενώ άλλες υποστηρίζουν ότι αντλεί την έµπνευσή της από περισσότερους από έναν ταξικούς αγώνες. Το σίγουρο όµως είναι ότι αυτές οι ρίζες εντοπίζονται σε µια εποχή που στιγµατίστηκε από κινητοποιήσεις και απεργίες εργατριών στην Αµερική, µεταναστριών στην πλειοψηφία τους, που αντιπροσώπευαν το πιο άγρια εκµεταλλευόµενο κοµµάτι στα εργοστάσια και τις βιοτεχνίες, και οι οποίες ήρθαν σε σύγκρουση µε τα αφεντικά και την αστυνοµία, ενώ ταυτόχρονα, µέσα από την απόφασή τους να οργανωθούν και να αγωνιστούν, βρέθηκαν σε σφοδρή αντιπαράθεση µε τους καθιερωµένους και επιβεβληµένους έµφυλους ρόλους που τις ήθελαν εξαρτηµένες από τις οικογένειες και τους συζύγους τους, ανήµπορες να αντιδράσουν στους επιστάτες µέσα στα εργασιακά κάτεργα και φοβισµένες µπροστά στην καταστολή.

Τον χειµώνα του 1909-1910, ξεσπά η απεργία που έµεινε γνωστή ως η «Εξέγερση των 20.000», παραλύοντας 600 βιοτεχνίες γυναικείων ενδυµάτων της Νέας Υόρκης, οι µεγαλύτερες των οποίων ήταν η Triagle Waist και η Leiserson, σε έναν κλάδο που οι γυναίκες αντιπροσώπευαν το 70% των εργαζόµενων. Το µεγαλύτερο ποσοστό τους ήταν κορίτσια κάτω των 20 ετών, Εβραίες και Ιταλίδες µετανάστριες. Η αποφασιστικότητά τους ήταν εκείνη που καθόρισε την κήρυξη της απεργίας. Στις 22 Νοέµβρη 1909, στην κατάµεστη αίθουσα του Cooper Union στο Μανχάταν, η Κλάρα Λέµλικ άκουγε για περισσότερες από τέσσερις ώρες τους άντρες να µιλούν για τα µειονεκτήµατα και τους κινδύνους που περίµεναν τους εργάτες αν κατέβαιναν σε γενική απεργία. Κάποια στιγµή σηκώθηκε στο βήµα και είπε: “Άκουσα όλους τους οµιλητές και δεν διαθέτω πια άλλη υποµονή. Είµαι εργάτρια, µια από όλες αυτές που απεργούν ενάντια στις αφόρητες συνθήκες. Κουράστηκα να ακούω τους οµιλητές να µιλούν µε γενικότητες. Εδώ ήρθαµε να αποφασίσουµε αν θα κατέβουµε σε απεργία ή όχι. Εγώ προτείνω να κατέβουµε σε γενική απεργία – τώρα!”.

Η πρότασή της αντανακλούσε τη βούληση των περισσότερων εργατριών και ξεσήκωσε κύµα ενθουσιασµού στην κατάµεστη αίθουσα. Η απεργία διήρκησε τρεις µήνες και ήταν πρωτοφανής για τους εργοδότες, οι οποίοι χρησιµοποίησαν κάθε µέσο που διέθεταν στο οπλοστάσιό τους για να τη σπάσουν: την αστυνοµία, απεργοσπάστες, µπράβους που χτυπούσαν τις εργάτριες στις απεργιακές φρουρές. Αναφέρεται ότι οι πατεράδες και οι σύζυγοί τους προσπαθούσαν να τις αποτρέψουν από το να κατεβαίνουν στο δρόµο «για την ασφάλειά τους», και έτσι οι ίδιες χρειάστηκε να συγκρουστούν σε πολλά επίπεδα, µέσα στο οικογενειακό τους περιβάλλον και τις κοινότητές τους, προκειµένου να συνεχίσουν τον αγώνα. Κατά τη διάρκεια της απεργίας συνελήφθησαν περισσότερες από 723 κοπέλες και 19 φυλακίστηκαν. Χαρακτηριστική για το κλίµα, ήταν η δήλωση ενός δικαστή, την ώρα που εκφωνούσε την καταδικαστική απόφαση σε βάρος κάποιας εργάτριας για «υποκίνηση ταραχών»: “Απεργείτε ενάντια στον Θεό και τη Φύση, που οι νόµοι τους υπαγορεύουν πως ο άνθρωπος θα κερδίζει το ψωµί του µε τον ιδρώτα του. Κάνετε απεργία ενάντια στον Θεό!”.

Τον Φεβρουάριο του 1910, η απεργία έληξε µε την υπογραφή συµφωνίας που προέβλεπε αυξήσεις στα µεροκάµατα, µείωση των ωρών εργασίας και ίση µεταχείριση για τα µέλη του σωµατείου, χωρίς ωστόσο να µεταβληθούν οι συνθήκες σκληρής εκµετάλλευσης, υποτίµησης της ζωής των εργαζοµένων και εργοδοτικής τροµοκρατίας στους χώρους δουλειάς, µε τραγικές συνέπειες έναν χρόνο αργότερα.

Στις 25 Μάρτη του 1911, ξέσπασε φωτιά στο πολυώροφο κτήριο όπου στεγαζόταν το εργοστάσιο της Triangle Waist – µία από τις επιχειρήσεις που είχε βρεθεί στο επίκεντρο των καταγγελιών της πρόσφατης απεργίας για τις άθλιες συνθήκες εργασίας που επικρατούσαν. Εκεί εργάζονταν για περισσότερες από 10 ώρες την ηµέρα, έξι ηµέρες την εβδοµάδα, περίπου 500 γυναίκες, κυρίως µετανάστριες, ανάµεσά τους πολλά κορίτσια ακόµα και 13-14 ετών, µε τις ραπτοµηχανές τους. Όταν ξέσπασε η φωτιά στον όγδοο όροφο του κτιρίου, οι εργάτριες ήταν κλειδωµένες µέσα στο εργοστάσιο. Αυτή η τακτική ήταν πάγια ώστε να εµποδίζεται η είσοδος µελών του σωµατείου, αλλά και η έξοδος τωνεργατριών κατά τη διάρκεια της δουλειάς. Η φωτιά εξαπλώθηκε αστραπιαία, µε αποτέλεσµα τον θάνατο 146 γυναικών. Οι ιδιοκτήτες της εταιρείας που δικάστηκαν το 1914 αθωώθηκαν. Η ευθύνη τους περιορίστηκε στην καταβολή µιας ελάχιστης χρηµατικής αποζηµίωσης. Η τραγωδία συγκλόνισε την πόλη και οι εφηµερίδες έσπευσαν να εκφραστούν µε συµπάθεια για τα θύµατα. Ωστόσο, για τις εργάτριες που αντιµετώπιζαν λοιδορίες και απειλές λίγο καιρό πριν, όταν απεργούσαν ενάντια στις ίδιες συνθήκες που οδήγησαν στο θάνατο τις συντρόφισσές τους, η οργή ξεχειλίζει. Σε µια τεράστια επιµνηµόσυνη τελετή, η Rose Schneiderman, εκφωνεί τον ακόλουθο λόγο:

“ Θα ήµουν προδότρια απέναντι σε εκείνα τα απανθρακωµένα σώµατα αν ερχόµουν εδώ να µιλήσω για αδελφοσύνη. Εσάς τους καλούς πολίτες σας δικάσαµε και σας βρήκαµε λειψούς. […] Δεν είναι η πρώτη φορά που κορίτσια καίγονται ζωντανά σε αυτή την πόλη. Κάθε βδοµάδα µαθαίνω πως µία από τις συναδέλφους µου πέθανε πρόωρα. Κάθε χρόνο χιλιάδες από εµάς ακρωτηριάζονται. Η ζωή αντρών και γυναικών είναι τόσο φτηνή και η ιδιοκτησία τόσο ιερή. Είµαστε τόσοι πολλοί για µια θέση εργασίας που και να καούν 146 από εµάς µικρή σηµασία έχει. […]

Σας έχουµε δικάσει, εσάς τους καλούς πολίτες. Σας βλέπουµε τώρα, που έχετε λίγα δολάρια να δώσετε σαν φιλανθρωπία στις µητέρες και τα αδέρφια που θρηνούν. Αλλά κάθε φορά που οι εργάτριες απεργούµε για να αντισταθούµε µε τον µόνο τρόπο που ξέρουµε απέναντι σε συνθήκες αβάσταχτες, τότε έρχεται το χέρι του νόµου να µας καταπνίξει. Οι αξιωµατούχοι του κράτους έχουν να µας πουν µόνο προειδοποιητικά λόγια. Μας προειδοποιούν ότι πρέπει να είµαστε φιλειρηνικές, αλλιώς υπάρχει και η φυλακή. Κάθε φορά που ξεσηκωνόµαστε, η πυγµή του νόµου µας σπρώχνει µε τη βία πίσω σε αβίωτες συνθήκες ζωής.

Δεν µπορώ να µιλήσω για αδελφοσύνη σε εσάς που µαζευτήκατε εδώ. Έχει χυθεί πάρα πολύ αίµα. Από την εµπειρία µου γνωρίζω πως η σωτηρία των εργαζόµενων είναι δική τους υπόθεση. Και ο µόνος τρόπος γι’ αυτό είναι ένα ισχυρό εργατικό κίνηµα”.

Ψωµί και τριαντάφυλλα. Το 1912 ξεσπά η απεργία των κλωστοϋφαντουργών στο Λώρενς της Μασαχουσέτης, αψηφώντας τα συντηρητικά συνδικάτα της Αµερικανικής Οµοσπονδίας Εργασίας (AFL), τα οποία υποστήριζαν ότι θα ήταν αδύνατον να οργανωθεί ένα µεγάλο πλήθος µεταναστών εργατών, που στο µεγαλύτερο ποσοστό τους ήταν γυναίκες. Εξάλλου, εγγεγραµµένα µέλη στην AFL ήταν µόνο λευκοί άντρες. Δεν δεχόταν στους κόλπους της Μαύρους Αµερικανούς και µέχρι το 1918 απαγορευόταν η ένταξη γυναικών στα συνδικάτα της – ακόµα και σε κλάδους όπως η υφαντουργία όπου αποτελούσαν την πλειοψηφία. Η AFL αντιτάχθηκε στην απεργία, την οποία στήριξαν οι Βιοµηχανικοί Εργάτες του Κόσµου (IWW), αποκαλώντας την «επαναστατική και αναρχική».

Η απεργία είχε πράγµατι αυθόρµητα χαρακτηριστικά και ξέσπασε σε µια πόλη που ελεγχόταν πλήρως από τις µεγάλες εταιρείες κλωστοϋφαντουργίας, όπου µε την είσοδο των µηχανών είχαν προχωρήσει σε απολύσεις και χρειαζόντουσαν κατά βάση φτηνό και ανειδίκευτο προσωπικό, µε αποτέλεσµα να εργάζονται σε µεγάλο βαθµό νεαρά κορίτσια και παιδιά, και σε εξαντλητική εντατικοποίηση της παραγωγής, οδηγώντας τους σε ασθένειες και σε θανάτους. Οι εργάτες διέµεναν σε κτήρια που ανήκαν στις επιχειρήσεις, όπου αποτελούσε συνήθη πρακτική να στοιβάζονται πολλές οικογένειες σε κοινά διαµερίσµατα, προσπαθώντας να επιβιώσουν σε ακραίες συνθήκες πείνας και ανέχειας.

Χαρακτηριστικά, το ποσοστό θνησιµότητας για τα παιδιά κάτω των 6 ετών ήταν 50% και το 36% των αντρών και των γυναικών κλωστοϋφαντουργών πέθαινε πριν την ηλικία των 25.

“Η συγκεκριµένη απεργία είχε δύο καινοτοµίες: την οργάνωσαν και πρωτοστάτησαν σε αυτήν γυναίκες, καθώς επίσης υπήρξε συνειδητή απόφαση να ενωθούν στον αγώνα εργάτες διαφορετικών εθνικοτήτων. Κάθε συνέλευση και συνεδρίαση του σωµατείου µεταφραζόταν σε 25 διαφορετικές γλώσσες. […] Οι απεργοί του Λώρενς σχηµάτιζαν κινούµενες ανθρώπινες αλυσίδες µε τα σώµατά τους µπροστά στα εργοστάσια για να εµποδίσουν την είσοδο απεργοσπαστών και τις εφορµήσεις της αστυνοµίας που επιχειρούσε συλλήψεις. Οι γυναίκες ήταν ιδιαίτερα µαχητικές και αποτελεσµατικές στην παρεµπόδιση των απεργοσπαστών. Όταν συλλαµβάνονταν, αρνούνταν να πληρώσουν εγγυήσεις. Μόλις έβγαιναν από τα κρατητήρια, επέστρεφαν στις απεργιακές φρουρές. Ένα παγωµένο πρωινό, η αστυνοµία τις κατέβρεξε µε µάνικες νερού. Εκείνες κατάφεραν να πιάσουν έναν µπάτσο πάνω σε µια γέφυρα, του αφαίρεσαν τη στολή και παραλίγο να τον πετάξουν στο ποτάµι. Στη δίκη που ακολούθησε, κάποιος δικηγόρος ανέφερε: ένας αστυνοµικός µπορεί να καταφέρει δέκα άντρες, αλλά χρειάζονται δέκα αστυνοµικοί για να τα βγάλουν πέρα µε µία γυναίκα”.

Οι απεργοί απαντούσαν στις επιθέσεις της αστυνοµίας πετώντας κοµµάτια πάγου και σπάζοντας τα παράθυρα των εργοστασίων. Στην καταστολή της απεργίας αναφέρονται τρεις τουλάχιστον νεκροί εργάτες. Ανάµεσά τους η Anna LoPizzo, µετανάστρια από την Ιταλία, που δέχτηκε µια σφαίρα στο στήθος όταν αστυνοµικοί άνοιξαν πυρ κατά των απεργών, στη διάρκεια συγκρούσεων.

Λάντλοου. Το φθινόπωρο του 1913, κατεβαίνουν σε απεργία οι ανθρακωρύχοι στα ορυχεία του Ροκφέρλερ στο Κολοράντο. Οι απεργοί εκδιώκονται από τα σπίτια της εταιρείας και στήνουν καταυλισµό, όπου για µήνες οργανώνουν τη ζωή και τον αγώνα τους εκατοντάδες οικογένειες µεταναστών εργατών. Τον Απρίλη του 1914 η Εθνοφρουρά καλείται να καταπνίξει οριστικά την απεργία. Επιτίθεται µε όπλα στον καταυλισµό και βάζει φωτιά στις σκηνές, αφήνοντας πίσω της 25 νεκρούς, γυναίκες, άντρες και παιδιά.

“Με το ξέσπασµα της απεργίας κάτι άλλαξε στις γυναίκες των οικισµών. (…) Σύµφωνα µε την United Mine Workers Journal της 16ης Οκτωβρίου, στο Σόπρις οι γυναίκες ήταν οι πιο µαχητικές και µε πολλή προσπάθεια τις εµπόδισαν να «καθαρίσουν» τους «κίτρινους» εργάτες. Και στις 30 Νοεµβρίου, όταν κατέφθασαν οι απεργοσπάστες στο Λάντλοου, γυναίκες βρέθηκαν στην πρώτη γραµµή του πλήθους και τους γιουχάιζαν, κραδαίνοντας µπαστούνια του µπέιζµπολ, ενισχυµένα µε καρφιά. Οι γυναίκες πρόβαλαν τη σθεναρότερη αντίσταση στον αφοπλισµό του Λάντλοου (…).

Στην καλύτερη στιγµή της απεργίας, οι φιλίες, απελευθερωµένες από την περιοριστική καθηµερινότητα των οικισµών, ανακάλυπταν τη δυνατότητα να ανθίσουν, γίνονταν γενναιόδωρες. (…) Και τώρα δεν αµφισβητούσαν προκλητικά απλώς το παρελθόν και τα αγκυλωµένα έθιµά τους, αλλά τη βαθύτερη δοµή του ίδιου του βιοµηχανικού κόσµου. Στις απρόσµενες δυνατότητες που εµφανίζονταν στην απεργία, στις ευκαιρίες που έδινε για δράση και για έκφραση, οι γυναίκες αυτές ίσως είχαν πολύ περισσότερα να κερδίσουν σε σχέση µε τους άντρες τους. Με κάποιο ανεπαίσθητο αλλά ουσιώδη τρόπο, η πορεία της απεργίας είχε µεταβάλει ριζικά την ίδια τη φύση των σχέσεων αντρών και γυναικών”.

___________________________________________________________

1http://trianglefire.ilr.cornell.edu/primary/testimonials/ootss_RoseSchneiderman.html

2 http://www.workers.org/ww/1998/bread0129.php

3 Zeese Papanikolas, «Αµοιρολόιτος, Ο Λούις Τίκας και η σφαγή στο Λάντλοου»

Οµάδα ενάντια στην πατριαρχία

Αναρχική Πολιτική Οργάνωση (Οµοσπονδία Συλλογικοτήτων)

 

 

Αφήστε μια απάντηση